Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

"Ο κουδούνας" της Ελισάβετ Τοπούζη



Κοιτάω μέσα στην καινούρια σχολική μου τσάντα για τελευταία φορά. Όλα τα βιβλία και τα τετράδιά μου είναι μέσα, το ίδιο και η κασετίνα μου. Δε φαίνεται να ξέχασα κάτι. Τότε γιατί έχω την αίσθηση ότι κάτι λείπει; «Λαμπρινή, κάνε γρήγορα, αλλιώς θα αργήσεις» φωνάζει η μαμά μου από την κουζίνα. Ρίχνω μια ματιά στο ρολόι μου. Ωχ , όχι! Οχτώ παρά τέταρτο! Κλείνω γρήγορα γρήγορα την τσάντα μου και βγαίνω σαν τυφώνας από το δωμάτιό μου.
«Τα λέμε μετά το σχολείο!» φωνάζω πριν βγω από το σπίτι. «Καλά να περάσεις!» ακούω την μαμά από την κουζίνα. Βγαίνω με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά αντικρίζοντας το χιόνι του Φεβρουαρίου που πέφτει από τον ουρανό. Δεν παίρνει πολλή ώρα για να φτάσω στο σχολείο, ένα κίτρινο κτήριο με μεγάλα παράθυρα και μια τεράστια αυλή. Στέκομαι μπροστά στη μαύρη καγκελόπορτα και την σπρώχνω συνειδητοποιώντας ότι είναι κλειδωμένη. «Τώρα τι θα κάνω;» αναρωτιέμαι . Κάθομαι εκεί για δυο τρία λεπτά μέχρι που βλέπω ένα αγόρι να τρέχει προς τα εδώ. «Καλημέρα» τον χαιρετώ. Εκείνος με κοιτάει και λέει «Τι κάνεις εδώ;» «Η καγκελόπορτα είναι κλειδωμένη» «Τότε γιατί δεν χτυπάς το κουδούνι;» «Υπάρχει κουδούνι;»
Εκείνος σαστίζει και με ρωτάει «είσαι καινούρια έτσι;» «Φαίνεται πολύ;» Αυτός γελάει, με προσπερνάει και πατάει κάτι μαύρο πάνω στον γκρίζο τοίχο. Τότε βγαίνει ένας ήχος από την πόρτα και εκείνος την σπρώχνει. «Άνοιξε» μου λέει και αρχίζει να τρέχει γελώντας προς την τάξη του. Φεύγω κι εγώ με κατεύθυνση το γραφείο του διευθυντή.
Εκείνος με καλωσορίζει και με οδηγεί στο τμήμα μου. Το πρώτο που βλέπω είναι η δασκάλα. Είναι πολύ όμορφη με σκούρα, σχεδόν μαύρα μαλλιά και γκρίζα μάτια. Ύστερα το βλέμμα μου πέφτει προς την τάξη. Υπάρχουν οχτώ δίπλα θρανία και στο καθένα υπάρχει ένα ζευγάρι μαθητών εκτός από ένα που κάθεται ένας μαθητής, αλλά δεν τον βλέπω.
«Εσύ πρέπει να είσαι η καινούρια μας μαθήτρια» Μου λέει η δασκάλα σκύβοντας από πάνω μου. «Εγώ είμαι η δασκάλα σου. Με λένε δεσποινίδα Ειρήνη. Εσένα;» «Λαμπρινή» «Ωραία, χαίρομαι που σε γνωρίζω. Η θέση σου είναι δίπλα στον Άκη σε εκείνο το θρανίο δίπλα στο παράθυρο» μου λέει δείχνοντας τη μοναδική θέση. Πηγαίνω προς τα εκεί χωρίς να κοιτάξω τον «Άκη». Όταν κάθομαι νιώθω όλα τα μάτια καρφωμένα πάνω μου. Τώρα είναι που άρχισε να με πιάνει άγχος.
«Λοιπόν, Λαμπρινή, καλή αρχή στο καινούριο σου σχολείο και εύχομαι να κάνεις γρήγορα φίλους» λέει ο διευθυντής και φεύγει. Η τάξη ησυχάζει και η δεσποινίς Ειρήνη αναστενάζει. Μόλις το κάνει αυτό, μπαμ! σαν να έσκασε βόμβα, η τάξη γεμίζει με ουρλιαχτά και τσιρίδες. Εγώ κάθομαι εκεί με γουρλωμένα τα μάτια μου από την έκπληξη. Μετά νιώθω μια πίεση στον ώμο μου και γυρνάω να δω τον «Άκη».
Έκπληκτη συνειδητοποιώ ότι ο «Άκης» είναι το αγόρι που συνάντησα στην καγκελόπορτα. «Γεια σου και πάλι» μου λέει μέσα στη φασαρία.  «Ο κουδούνας!» αναφωνώ και εκείνος γελάει. Τώρα η τάξη ησυχάζει και βγάζουμε τη Γλώσσα να κάνουμε μάθημα. Βγάζω κι εγώ το βιβλίο και το τετράδιο από την τσάντα μου και ανοίγω την κασετίνα μου για να βγάλω ένα μολύβι και μια σβήστρα.
Έβγαλα την σβήστρα και τώρα ψάχνω για το μολύβι, όμως δεν υπάρχει μολύβι στην κασετίνα μου. «Να τι είχα ξεχάσει» σκέφτομαι με γουρλωμένα τα μάτια. «Ταπ, ταπ, ταπ» ακούγεται ένας ήχος στο θρανίο μου. Κοιτάω τον Άκη. Έχει ένα στραβό χαμόγελο κι εγώ ανοίγω το τετράδιό μου και γράφω «Ευχαριστώ, κουδούνα!». Εκείνος μου σκάει ένα πλατύ χαμόγελο και ύστερα αρχίζει το μάθημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.