Παρασκευή 16 Μαρτίου 2012

"Οι δύο τετράποδοι φίλοι μου" της Δάφνης Γκώστια


Ποτέ δεν πίστευα ότι ένα τόσο μικρό σκυλί είχε τόσο μεγάλο ταλέντο. Κάθε φορά που περνούσα μπροστά από το σπίτι του ιδιοκτήτη αυτού του σκυλιού με έπιανε ξαφνικά ένας ενθουσιασμός. Μόλις τον έβλεπα να παίζει μπάλα τα ξεχνούσα όλα και τον κοίταζα για ώρες.

Τον έλεγαν Φρέντυ. Η ράτσα του ήταν Αγγλικό Κόκερ Σπανιέλ. Η αγαπημένη μου ράτσα. Είχε καστανό-ξανθο τρίχωμα, μελί μάτια, μεγάλα αυτιά, μια ουρά μεγάλη που συνεχεία κουνιόταν και μια μεγάλη μουσούδα. Ήταν τόσο όμορφο. Το σκυλί αυτό το είχε μια οικογένεια πολύ καλή και συμπαθητική. Έμενα σε εκείνη την γειτονιά και, επειδή το αγαπούσα πολύ, με αφήναν να πηγαίνω ό, τι ώρα ήθελα στο σπίτι τους και να το παίζω. Έτσι λοιπόν κάθε μέρα όταν τελείωνα τα μαθήματα μου και είχα ελεύθερο χρόνο, τον έπαιζα ή τον κοιτούσα για πολλές ώρες. Τα καλοκαίρια που πήγαιναν διακοπές εγώ τον φρόντιζα. Δεν ήταν μόνο μια υποχρέωση αλλά ευχαρίστηση για εμένα γιατί περνούσα τις ώρες μου φροντίζοντας τον. Του έβαζα μια μεγάλη λεκάνη γεμάτη νερό και όταν ζεσταινόταν έμπαινε μέσα και πλατσούριζε για να δροσιστεί. Κάθε μέρα τον πήγαινα βόλτα. Δεν υπήρχε μέρα που να μην ευχαριστηθεί μια ωραία βόλτα στην εξοχή. Όταν γυρνούσαμε στην γειτονιά μας υπήρχε μια βρύση, από όπου έτρεχε συνέχεια νερό μέσα σε ένα μεγάλο βαθούλωμα. Με αυτόν τον τρόπο και έπαιζε με το νερό αλλά έκανε και ένα κρύο μπάνιο. Μόλις έβγαινε τιναζόταν και με έκανε λούτσα. Αλλά δεν με πείραζε γιατί ήταν πολύ κάλος μαζί μου. Μετά τον πήγαινα στο σπίτι του. Του έδινα να φάει και, όταν τέλειωνε, ξάπλωνε έξω από το σπίτι του σαν φύλακας. Μια φορά την εβδομάδα τον έκανα μπάνιο να είναι καθαρός. Δεν του άρεσε πολύ να τον κάνουν μπάνιο. Αλλά με άκουγε. Αφού είχε ρίξει όλο το νερό έξω από την λεκάνη, μου έφερνε το παιχνίδι του να παίξουμε. Τον σκούπιζα με την πετσέτα αλλά την δάγκωνε. Του πέταγα και εγώ το παιχνίδι του να το φέρει για να αφήσει την πετσέτα, αλλά δεν την άφηνε με τίποτα. Μετά πολλά την άφηνε και μετά καθόμουν ώρες μέχρι να νυχτώσει και τον χτένιζα. Είχε πολύ και μακρύ τρίχωμα και έπρεπε να του το ξεμπλέξω. Όταν έρχονταν τα αφεντικά του, τον φρόντιζαν εκείνοι πια. Αλλά ποτέ δεν σταμάτησα να τον αγαπάω.

Εγώ πάλι έλεγα στους γονείς μου να μου πάρουν ένα σκυλί οποιαδήποτε ράτσα, αλλά δεν με άφηναν. Την ημέρα των γενεθλίων μου το πρωί με ξύπνησε κάτι καταπληκτικό. Ένιωθα κάτι να με γλείφει στα μάγουλα. Ανοίγω τα μάτια μου και τι βλέπω; Ένα θηλυκό Αγγλικό Κόκερ Σπανιέλ να είναι πάνω στο κρεβάτι μου. Ποτέ δεν περίμενα να μου πάρουν ένα σκυλί ίδιο με τον Φρέντυ απλώς σε θηλυκό. Το καλύτερο δώρο που θα μπορούσαν να μου πάρουν. Ήμουν τόσο ευτυχισμένη. Ο μπαμπάς μου είχε φτιάξει ήδη ένα σπίτι για το σκυλί μας. Μετά από μια εβδομάδα σκέψης βρήκα τι όνομα θα της έδινα. Την έβγαλα Νταίζη.

Όταν πήραμε την Νταίζη, ποτέ δεν παραμέλησα και τον Φρέντυ. Τα αγαπούσα και τα δυο το ίδιο. Δεν μπορούσα να τα ξεχωρίσω ήταν και τα δυο τόσο γλυκά. Πάντα ότι έκανα με την Νταίζη το έκανα και με τον Φρέντυ. Πήγαινα και τα δυο μαζί βόλτα. Μερικές φορές έφερνα τον Φρέντυ στην αυλή μας να παίξει με την Νταίζη ή πήγαινα την Νταίζη στο σπίτι του Φρέντυ. Τα κοίταζα για ώρες. Έβλεπα πόσο αγαπημένα και καλά σκυλιά ήταν και τα δυο. Κάποια μέρα πήγα την Νταίζη στον κτηνίατρο. Αυτός όταν την είδε είπε πως ήταν πολύ καλά στην υγεία της. Είπε και κάτι που με ενθουσίασε πολύ. Η Νταίζη ήταν έγκυος. Πόσο χάρηκα δε λέγεται. Ο πατέρας φυσικά ήταν ο Φρέντυ. Μετά από εννέα εβδομάδες κύησης η Νταίζη γέννησε εννέα πανέμορφα, γλυκά και μικρά κουταβάκια. Τα κουτάβια έμεναν μαζί με την μητέρα τους και ο πατέρας τα έβλεπα κάθε μέρα. Ρωτήσαμε τους ιδιοκτήτες του Φρέντυ αν τον αφήνουν να μείνει μαζί με τα κουτάβια και τη Νταίζη στην αυλή μας. Η απάντηση ήταν θετική.

Από τότε οι σχέσεις μας με τους γείτονες μας που είχαν τον Φρέντυ έγιναν καλύτερες και ζούμε μαζί με τα κατοικίδιά μας μια υπέροχη ζωή , που ο κάθε άνθρωπος θα ήθελε να έχει


"Αχ ! ... πονηρό κουνέλι ..." της Ερμιόνης Γκάζου

Μια όμορφη νύχτα του καλοκαιριού αποφάσισα να βγω απ ΄ το κλουβί μου και να πάω μια βόλτα να σκεφτώ...........
Εκεί που περπατούσα βρέθηκα στην αυλή της θείας Αντωνίας. ««Αχ αυτή η αυλή σκέτο γρασίδι.......... Πόσο μ ΄ αρέσει........» σκέφτηκα. Καθώς απολάμβανα το φαγητό μου ακούστηκε το αυτοκίνητο του Θανάση..... Τρόμαξα νόμιζα ότι θα έλεγε στο αφεντικό μου πως τρώω το γρασίδι. Έτρεξα γρήγορα-γρήγορα στην αυλή μας.
Όταν η μαμά το είπε στην Ερμιόνη πως έλειπα, δεν μπορούσε να κοιμηθεί όλο το βράδυ.......
Ήταν 5 η ώρα το πρωί και η Ερμιόνη ξύπνησε το Βαγγέλη και του είπε πως χάθηκα. Αυτός δεν το πίστευε και άνοιξε την μπαλκονόπορτα και ξαφνικά με βλέπει μπροστά στα πόδια του. Φώναξε την Ερμιόνη και όταν με είδε είπε «Αχ, πονηρό κουνέλι!!!!!!»
Το άλλο πρωί ο Θανάσης είπε στο Βαγγέλη πως ήμουν στην αυλή του και έτρωγα το γρασίδι. Ο Βαγγέλης το φανέρωσε στην Ερμιόνη......... Πω, πω τι φωνές «έφαγα» εκείνη τη μέρα!!!!!

Πέμπτη 15 Μαρτίου 2012

"Η πιο έξυπνη γάτα μου, η Έλλη" της Μαρίας Αποστολίας Κοντογιάννη


Κάποτε ζούσε μία γάτα στο σπίτι μιας τετραμελούς οικογένειας. Η γάτα ήταν αδύνατη, με πολλά χρώματα ,γυαλιστερό και μαλακό τρίχωμα και τη λέγανε Έλλη. Ήταν παιχνιδιάρα, πολύ αγαπητή στα παιδιά, έξυπνη, καθαρή και είχε πάντα ένα μέρος να κοιμάται. Όταν ήταν έξω και ήθελε να μπει στο σπίτι, γρατσουνούσε την πόρτα και τα παιδιά έτρεχαν να ανοίξουν. Όταν πάλι ήταν μέσα και ήθελε να βγει πήγαινε στη πόρτα και νιαούριζε επίμονα κι έτσι πάντα η οικογένεια καταλάβαινε τι ήθελε. Η γάτα αυτή ζούσε ως μέλος της οικογένειας και όλοι την αγαπούσαν και την πρόσεχαν.

Ένα χειμώνα η Έλλη έμεινε έγκυος και όλοι περίμεναν πως θα γεννούσε στο σπίτι. Όμως η γάτα είχε αρκετές μέρες να φανεί και η οικογένεια κατάλαβε ότι η γάτα τους γέννησε αλλού. Μετά από μια εβδομάδα περίπου τα παιδιά είδαν στο παράθυρο του δωματίου τους την Έλλη να κουβαλά κάτι. Νομίζοντας πως είναι ποντίκι το λένε στη μητέρα τους κι αυτή ανοίγει την πόρτα και η γάτα τρέχοντας πηγαίνει στη μισάνοιχτη ντουλάπα της αποθήκης. Η οικογένεια ανυπόμονη, αλλά χωρίς να τρομάξει την Έλλη, την παρακολουθεί που ξαναβγαίνει έξω και φέρνει και κάτι ακόμα. Μετά από λίγο πήγαν να δουν τι έφερε τελικά η γάτα. Μέσα στη ντουλάπα υπήρχαν δύο μικρά, σχεδόν νεογέννητα γατάκια.

Όλοι κατάλαβαν πόση εμπιστοσύνη και πόση ασφάλεια ένιωθε η γάτα με την οικογένεια. Έτσι τα παιδιά έβγαλαν τα ρούχα του πατέρα τους από τη ντουλάπα και εκεί έκαναν ένα ζεστό, άνετο και ασφαλές καταφύγιο για τη γάτα και τα γατάκια της. Η γάτα ήταν όλη μέρα στη φωλιά με τα γατάκια της κι έβγαινε έξω μόνο για την ανάγκη της.

Καθώς τα γατάκια μεγάλωναν άρχισε να τους μαθαίνει να παλεύουν, να σκαρφαλώνουν, να τρώνε τροφή από το πιάτο τους και να εξερευνούν το σπίτι. Αυτό όμως ήτανε πρόβλημα για την μητέρα, η οποία δεν μπορούδε να κρατήσει πλέον τις γάτες μέσα στο σπίτι. Οι γάτες βρήκαν καινούργια φωλιά στο υπόγειο του σπιτιού και ζούσαν εκεί πολύ καλύτερα απ’ ό, τι μέσα στο σπίτι και χωρίς ζημιές…

Στην γατούλα μου την Έλλη που δεν ζει πια,

με πολλή, πολλή αγάπη…

Τετάρτη 14 Μαρτίου 2012

"Η εξομολόγηση μιας αγριόπαπιας" του Σταμάτη Μπακαλούδη

Σαν να ήταν χτες. Σαν να μην έχουν περάσει τρία χρόνια. Τίποτα δεν έχει αλλάξει από τότε. Ο φόβος των παπιών για την μόλυνση ,την μάστιγα των λαθροκυνηγών ,όλα είναι ίδια. Κι εγώ ακόμα εδώ ,χειμώνα στα όρη της Νορβηγίας, με ανησυχία , να περιμένω κάποια λύση. Το μισό κοπάδι έχει εξαφανιστεί. Κανένας δεν ξέρει τι τον περιμένει .Κάθε χρόνο χάνονται κι’ άλλοι κι’ άλλοι χωρίς τέλος. Φέτος όλοι αγωνιούν, αλλά δεν έχουν επιλογή. Πρέπει να φύγουν, για να μην πεθάνουν απ’ την πείνα. Αλλά φέτος είναι ακόμη χειρότερα. Οι κυνηγοί εκατοντάδες, η μόλυνση ακαταμέτρητη.

Θυμάμαι τότε είχαμε ξεκινήσει πιο νωρίς για να έχουμε περισσότερες ελπίδες. Είχαμε μείνει πολύ λίγοι και οι ελπίδες μας ήταν ακόμα λιγότερες. Φέτος ξεκινήσαμε πιο νωρίς, για να μην έχουμε να αντιμετωπίσουμε χιονοθύελλες. Περάσαμε εύκολα πάνω από Δανία, Γερμανία, Βουλγαρία με ελάχιστες απώλειες. Όμως καθώς περνούσαμε πάνω από την Ελλάδα, μας έριξαν και κάποιοι πέθαναν. Τότε είχα αναγκαστεί, θυμάμαι, να κατέβω για να κρυφτώ, αλλά ο αέρας ήταν δυνατός, με παρέσυρε και έπεσα ένα μολυσμένο ποταμό. Με μεγάλη δυσκολία κατάφερα να βγω έξω και να κρυφτώ μέσα στα ψηλά καλάμια. Αφού καθαρίστηκα με δυσκολία, έμεινα στις λασπωμένες όχθες για το βράδυ.

Την επόμενη μέρα ο ουρανός ήταν καθαρός. Άρχισα να πετάω ακολουθώντας τη ροή του ποταμού. Όμως μετά από είκοσι λεπτά με είδε ένας μοναχικός κυνηγός. Μου έριξε αλλά με τραυμάτισε στο φτερό και έτσι έπεσα απότομα μέσα στις καλαμιές. Το θυμάμαι σαν να είναι τώρα, κυνηγός με πήγε σε ένα μέρος χωρίς δέντρα, χωρίς λιβάδια μόνο γεμάτο με γκρίζα κτίρια. Ύστερα βρεθήκαμε σε ένα μικρό, σκοτεινό, κρύο κτίριο. Εκείνη τη στιγμή, ο κυνηγός άνοιξε το κουτί και με έβγαλε έξω. Μου έβαλε ένα καρτελάκι με έναν αριθμό πάνω και έπειτα με κλείδωσε σε ένα κλουβί. Με είχε κλεισμένο ώρες, ώσπου χτυπάει η πόρτα και ένας άντρας μπήκε μέσα. Άρχισαν να μιλάνε και μετά από λίγο ξεκίνησαν να κουβαλάνε κάτι κουτιά, μέσα από τα οποία ακούγονταν κραυγές άλλων πτηνών. Είχα πανικοβληθεί! Και τότε ο κυνηγός ήρθε και με πήρε, για να με πάει στο αμάξι του. Αλλά καθώς προχωρούσε, του έπεσε το κλουβί και μπόρεσα να δραπετεύσω. Πέταξα μακριά, όσο μου επέτρεπε το τραυματισμένο μου φτερό. Όμως δεν άντεξα, έπεσα ξανά. Ευτυχώς για καλή μου τύχη με βρήκε ένας άντρας με το σύμβολο ενός αετού- έχω δει πολλούς ανθρώπους με αυτό το σημάδι να βοηθούν πούλια. Με πήρε, με φρόντισε, με τάισε. Με κράτησε για δύο μέρες και την τρίτη με πήρε και με πήγε πίσω στον ίδιο ποταμό . Μόλις με άφησε έφυγα γρήγορα μακριά και άρχισα να ψάχνω για το υπόλοιπο κοπάδι μου. Δεν πέρασαν ούτε δέκα λεπτά, όταν είδα ένα μαύρο σύννεφο από πάπιες στα Νότια. Πήγα κοντά και μπήκα στο κοπάδι. Ένιωθα πια ασφαλής με το είδος μου . Έμεινα ένα μήνα στο ποτάμι αυτό, τον Έβρο, και ήταν οι πιο όμορφες μέρες της ζωής μου, γιατί ζευγάρωσα και απέκτησα μικρά. Από τότε όμως μέχρι τώρα έχω μια ανησυχία , μια επίμονη σκέψη αν θα μπορέσουν ποτέ τα νεαρά πουλιά να ζουν χωρίς το φόβο των ανθρώπων.

Παρασκευή 9 Μαρτίου 2012

Η ζωή της Μαρούλας Κλιάφα



Η Μαρούλα Κλιάφα γεννήθηκε το 1937 στα Τρίκαλα, όπου και ζει μόνιμα με την οικογένειά της. Έχει σπουδάσει δημοσιογραφία και από το 1972 ασχολείται με τη λογοτεχνία, με τη συλλογή λαϊκών παραμυθιών, παραδοσιακών παιχνιδιών και παλαιών φωτογραφιών. Τα μυθιστορήματά της για παιδιά και εφήβους έχουν κάνει πολλές επανεκδόσεις, ενώ αποσπάσματα των έργων της συμπεριλαμβάνονται στα σχολικά αναγνωστικά Η Γλώσσα μου. Δυο βιβλία της έχουν μεταφραστεί στα ρωσικά και στα γερμανικά, ενώ αποσπάσματα των έργων της έχουν συμπεριληφθεί σε σχολικά βιβλία του δημοτικού σχολείου και στα "Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας" του γυμνασίου. Έχει βραβευτεί με το Βραβείο Δήμου Αθηναίων για το έργο της "Η ηλιαχτίδα".

Η συγγραφέας Ζωρζ Σαρή


Η Ζωρζ Σαρρή γεννήθηκε το 1925 στη Αθήνα. Από μικρή άρχισε την ενασχόληση με το θέατρο, ενώ όταν μεγάλωσε φοίτησε στην δραματική σχολή και συνέχισε τις σπουδές τις στο Παρίσι. Το 1962 επιστρέφει στην Ελλάδα και εμφανίζεται στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Η καριέρα της ως συγγραφέα άρχισε το 1969. Έχει γράψει μυθιστορήματα για παιδιά και εφήβους, νουβέλες, θεατρικά παιδικά έργα και ιστορίες για μικρά παιδιά. Εμπνέεται συνήθως από θέματα της νεότερης ελληνικής ιστορίας όπως η Κατοχή, ο Εμφύλιος πόλεμος και η Χούντα.

Έργα

1. Το κουμπί και μια βελόνα

2. Η κυρία Κλοκλό

3. Η πολυλογού

4. Ο Αρλεκίνος

5. Σοφία

6. Τα γενέθλια

7. Το ψέμα

8. Τα στενά παπούτσια

9. Ο θησαυρός της Βάγιας

10. Κόκκινη κλωστή δεμένη

11. Το τρακ

12. Ο Τοτός και η Τοτίνα: Τα γενέθλια

13. Η κυρία Κλοκλό διαβάζει

14. Η κυρία Κλοκλό και η ηλεκτρική σκούπα

15. Η κυρία Κλοκλό στην θάλασσα

16. Η κυρία Κλοκλό στο σουπερμάρκετ

17. Η κυρία Κλοκλό στο τσίρκο

18. Η κυρία Κλοκλό στολίζεται

19. Η σοφή μας η δασκάλα

20. Τα χέγια

21. Όταν ο ήλιος..

22. O Φρίκος

23. OΤοτός και η Τοτίνα: Στο σχολείο

24. Η κυρία Κλοκλό σοφερίνα

25. Ο Τοτός και η Τοτίνα: Τα αινίγματα

26. Ο Τοτός και η Τοτίνα: Το αεροδυναμικό του αυτοκινήτου του μπαμπά

27. Ο Τοτός και η Τοτίνα: Το γεύμα

28. Ο Τοτός και η Τοτίνα: Η ταυρομαχία

29. Ο Τοτός και η Τοτίνα: Το ψέμα

30. Το γαϊτανάκι



ΟΜΑΔΑ 1

Αθανασία Παπαλιά

Χρήστος Μουσίκας

Σταμάτης Μπακαλούδης