Θυμάμαι το μπλε ποδήλατο του παππού, του μπάρμπα Γιάννη,
όπως τον φωνάζουν στο χωριό. Όταν ήμουν μικρός, το μεσημέρι μετά το φαγητό
παίρναμε με τον παππού ένα χεράκι ύπνο.
Μόλις ξυπνούσαμε η γιαγιά είχε ήδη ετοιμάσει τα αποφάγια να τα πάμε στη Λίζα,
το σκύλο μας , στην περίφραξη. Ανεβαίναμε εγώ κι ο παππούς στο μπλε ποδήλατο,
που μου άρεσε να το γεμίζω αυτοκόλλητα. Ήταν ψηλό με εικοσιεξάρες ρόδες, πολύ
λεπτές, για άσφαλτο, και είχε ένα καλαθάκι στο πίσω φτερό, όπου βάζαμε τα
αποφάγια για τα ζωντανά. Ο παππούς καθόταν στη σέλα κι εγώ σ’ ένα μαξιλαράκι
που είχε κολλήσει ειδικά για μένα. Στον δρόμο για την περίφραξη ο παππούς μού
μιλούσε για τα παιδικά του χρόνια.
Σήμερα το ποδήλατο είναι παρατημένο στην περίφραξη, καθώς ο
παππούς γέρασε και προτιμάει να πηγαίνει με το αυτοκίνητο. Το μπλε ποδήλατο
έχει σκουριάσει, του λείπει μια ρόδα , τα αυτοκόλλητα έχουν ξεκολλήσει και το
μαξιλάρι τρύπησε και έχει βγει από τη θέση του.
Γιάννης Τσουτσουμάνος , Β4
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.