Σαν να ήταν χτες. Σαν να μην έχουν περάσει τρία χρόνια. Τίποτα δεν έχει αλλάξει από τότε. Ο φόβος των παπιών για την μόλυνση ,την μάστιγα των λαθροκυνηγών ,όλα είναι ίδια. Κι εγώ ακόμα εδώ ,χειμώνα στα όρη της Νορβηγίας, με ανησυχία , να περιμένω κάποια λύση. Το μισό κοπάδι έχει εξαφανιστεί. Κανένας δεν ξέρει τι τον περιμένει .Κάθε χρόνο χάνονται κι’ άλλοι κι’ άλλοι χωρίς τέλος. Φέτος όλοι αγωνιούν, αλλά δεν έχουν επιλογή. Πρέπει να φύγουν, για να μην πεθάνουν απ’ την πείνα. Αλλά φέτος είναι ακόμη χειρότερα. Οι κυνηγοί εκατοντάδες, η μόλυνση ακαταμέτρητη.
Θυμάμαι τότε είχαμε ξεκινήσει πιο νωρίς για να έχουμε περισσότερες ελπίδες. Είχαμε μείνει πολύ λίγοι και οι ελπίδες μας ήταν ακόμα λιγότερες. Φέτος ξεκινήσαμε πιο νωρίς, για να μην έχουμε να αντιμετωπίσουμε χιονοθύελλες. Περάσαμε εύκολα πάνω από Δανία, Γερμανία, Βουλγαρία με ελάχιστες απώλειες. Όμως καθώς περνούσαμε πάνω από την Ελλάδα, μας έριξαν και κάποιοι πέθαναν. Τότε είχα αναγκαστεί, θυμάμαι, να κατέβω για να κρυφτώ, αλλά ο αέρας ήταν δυνατός, με παρέσυρε και έπεσα ένα μολυσμένο ποταμό. Με μεγάλη δυσκολία κατάφερα να βγω έξω και να κρυφτώ μέσα στα ψηλά καλάμια. Αφού καθαρίστηκα με δυσκολία, έμεινα στις λασπωμένες όχθες για το βράδυ.
Την επόμενη μέρα ο ουρανός ήταν καθαρός. Άρχισα να πετάω ακολουθώντας τη ροή του ποταμού. Όμως μετά από είκοσι λεπτά με είδε ένας μοναχικός κυνηγός. Μου έριξε αλλά με τραυμάτισε στο φτερό και έτσι έπεσα απότομα μέσα στις καλαμιές. Το θυμάμαι σαν να είναι τώρα, κυνηγός με πήγε σε ένα μέρος χωρίς δέντρα, χωρίς λιβάδια μόνο γεμάτο με γκρίζα κτίρια. Ύστερα βρεθήκαμε σε ένα μικρό, σκοτεινό, κρύο κτίριο. Εκείνη τη στιγμή, ο κυνηγός άνοιξε το κουτί και με έβγαλε έξω. Μου έβαλε ένα καρτελάκι με έναν αριθμό πάνω και έπειτα με κλείδωσε σε ένα κλουβί. Με είχε κλεισμένο ώρες, ώσπου χτυπάει η πόρτα και ένας άντρας μπήκε μέσα. Άρχισαν να μιλάνε και μετά από λίγο ξεκίνησαν να κουβαλάνε κάτι κουτιά, μέσα από τα οποία ακούγονταν κραυγές άλλων πτηνών. Είχα πανικοβληθεί! Και τότε ο κυνηγός ήρθε και με πήρε, για να με πάει στο αμάξι του. Αλλά καθώς προχωρούσε, του έπεσε το κλουβί και μπόρεσα να δραπετεύσω. Πέταξα μακριά, όσο μου επέτρεπε το τραυματισμένο μου φτερό. Όμως δεν άντεξα, έπεσα ξανά. Ευτυχώς για καλή μου τύχη με βρήκε ένας άντρας με το σύμβολο ενός αετού- έχω δει πολλούς ανθρώπους με αυτό το σημάδι να βοηθούν πούλια. Με πήρε, με φρόντισε, με τάισε. Με κράτησε για δύο μέρες και την τρίτη με πήρε και με πήγε πίσω στον ίδιο ποταμό . Μόλις με άφησε έφυγα γρήγορα μακριά και άρχισα να ψάχνω για το υπόλοιπο κοπάδι μου. Δεν πέρασαν ούτε δέκα λεπτά, όταν είδα ένα μαύρο σύννεφο από πάπιες στα Νότια. Πήγα κοντά και μπήκα στο κοπάδι. Ένιωθα πια ασφαλής με το είδος μου . Έμεινα ένα μήνα στο ποτάμι αυτό, τον Έβρο, και ήταν οι πιο όμορφες μέρες της ζωής μου, γιατί ζευγάρωσα και απέκτησα μικρά. Από τότε όμως μέχρι τώρα έχω μια ανησυχία , μια επίμονη σκέψη αν θα μπορέσουν ποτέ τα νεαρά πουλιά να ζουν χωρίς το φόβο των ανθρώπων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.